Η ύδραυλις του Δίου ανακαλύφθηκε το καλοκαίρι του 1992 από την ομάδα του καθηγητή Δ. Παντερμαλή. Η ανασκαφή έφερε στο φως τα υλικά κατάλοιπα του οργάνου αυτού που οι αρχαίοι ονόμαζαν ύδραυλι και οι Ρωμαίοι organum.
Το μουσικό όργανο της υδραύλεως αποτελεί μία εφεύρεση του 3ου αι. π.Χ. από τον μηχανικό Κτησίβιο στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Πρόκειται για το πρώτο πληκτροφόρο όργανο της αρχαιότητας και αποτελεί έναν πρόδρομο του εκκλησιαστικού οργάνου της δυτικής Ευρώπης. Οι απεικονίσεις του στην τέχνη, αλλά και οι σχετικές αναφορές του στην αρχαία γραμματεία είναι σημαντικές, καθώς από την πρώτη στιγμή το συγκεκριμένο όργανο προκάλεσε μεγάλη εντύπωση
, με αποτέλεσμα να συγκαταλέγεται στα θαυμαστά επιτεύγματα της αρχαιότητας. Από τις πηγές πληροφορούμαστε για αρχαίους δεξιοτέχνες παίκτες της ύδραυλης με μεγάλη φήμη στον αρχαίο κόσμο. Μάλιστα η γυναίκα του Κτησίβιου, η Θαίς, γνωρίζουμε ότι έπαιζε την ύδραυλη και ήταν πιθανόν η πρώτη οργανοπαίκτρια του εν λόγω οργάνου.
Ως πρόδρομος της υδραύλεως θεωρείται το υδραυλικό ρολόι με ήχο το οποίο ήταν μία ανακάλυψη του Πλάτωνα (Αθήναιος IV, 174). Σύμφωνα με περιγραφή του Ήρωνα (Πνευματικά I, 42) ο μηχανισμός της υδραύλεως αποτελείται από ένα μπρούτζινο κυλινδρικό δοχείο, γεμάτο με νερό, το βωμίσκο, στον πυθμένα του οποίου τοποθετείται ένα μεταλλικό ημισφαίριο, ο πνιγέας. Ο πνιγέας είναι στραμμένος με τη βάση του προς τα κάτω. Η βάση αυτή είναι ακανόνιστη και επιτρέπει τη ροή του νερού εντός του. Από την κορυφή του ημισφαιρίου βγαίνουν δύο σωλήνες με τον πρώτο να οδηγείται σε κυλινδρική αντλία αέρα και το δεύτερο να οδηγείται προς τους αυλούς (εικ. 5 καρ.). Στην κορυφή της αντλίας υπάρχει μία βαλβίδα που επιτρέπει τον αέρα να εισέρχεται, αλλά όχι να εξέρχεται από την αντλία. Η βαλβίδα, το λεγόμενο πυξίδιον, είναι μικρός κύλινδρος κολλημένος στην επάνω έδρα της αντλίας, με οπή στην άνω επιφάνειά του. Μέσα στη βαλβίδα και κάτω από την οπή υπάρχει μια μικρή, στρογγυλή πλάκα που καθώς ανεβαίνει, κλείνει το άνοιγμα, με οδηγούς μερικά καρφιά, τη στιγμή που η αντλία πιέζει τον αέρα. Όταν το έμβολο της αντλίας πιέζεται, η βαλβίδα κλείνει και ο αέρας οδηγείται μέσω του σωλήνα στο ημισφαίριο (πνιγέα). Η πίεση του νερού σπρώχνει τον αέρα προς τον άλλο σωλήνα και τροφοδοτεί με αέρα τους αυλούς.
Επειδή η πίεση του νερού είναι σταθερή, σταθερή είναι και η πίεση του αέρα στο σωλήνα που οδηγεί στους αυλούς με αποτέλεσμα ο ήχος να είναι πάντα ο ίδιος. Με την τοποθέτηση περισσότερου ή λιγότερου νερού στο βωμίσκο, άρα και με την αυξομείωση της πίεσης στους αυλούς, διαφοροποιείται και το ακουστικό αποτέλεσμα.
Ο δεύτερος σωλήνας οδηγεί τον αέρα σ' έναν οριζόντιο επιμήκη αεροθάλαμο στην κορυφή του οποίου είναι προσαρμοσμένοι οι αυλοί. Τα πλήκτρα, συνήθως ξύλινα, όταν πιέζονται προωθούν ένα μεταλλικό έλασμα το οποίο κινείται οριζοντίως ανάμεσα στο άκρο του αυλού και τον αεροθάλαμο. Το έλασμα φέρει μία οπή έτσι ώστε όταν πιέζονται τα πλήκτρα, να μετακινείται και η οπή του να συμπίπτει με την οπή στην άκρη του αυλού, ώστε να περνά ο αέρας από τον αεροθάλαμο στον αυλό. Ένα έλασμα, ξύλινο, μεταλλικό ή κοκάλινο, συνδέεται με το πλήκτρο και το επαναφέρει στη θέση του.
Οι αυλοί τροφοδοτούνται με αέρα υψηλής και σταθερής πίεσης μέσω μηχανικής - υδραυλικής διάταξης και ενεργοποιούνται για να ηχήσουν με τη βοήθεια πλήκτρων - μοχλών. Η διαφοροποίηση του ήχου υλοποιείται μέσω της κλιμακωτής αύξησης των αυλών σε ύψος, καθώς και τις διαφορές ως προς τη διάμετρό τους.
Στην αρχαιότητα υπήρχε πλήθος υδραύλεων, όπως φαίνεται από τις σχετικές απεικονίσεις του οργάνου σε νομίσματα, ψηφιδωτά, κεραμική και αλλού, με ποικιλία ως προς το μέγεθος, τον ήχο, τον αριθμό και τις σειρές των αυλών. Υπήρχαν υδραύλεις σταθερές ή κινητές, μικρότερες και μεγαλύτερες, με δυνατό ήχο για αμφιθέατρα ή με πιο ήπιο ήχο, με μία ή δύο αντλίες που τις χειρίζονταν είτε βοηθοί, είτε ο ίδιος ο οργανοπαίκτης. Το πιο συνηθισμένο πάντως είδος πρέπει να είχε ύψος περίπου 1,5 με 2 μέτρα, με δύο αντλίες αέρα και 15 με 25 αυλούς. Ο οργανοπαίχτης έπαιζε όρθιος επάνω σε χαμηλό σκαμνί και δύο βοηθοί χειρίζονταν τις αντλίες. Οι αυλοί ήταν πάντοτε από μπρούτζο και το έπιπλο του οργάνου ήταν ξύλινο.
Περιγραφή
Η ύδραυλις του Δίου αποτελεί το πρώτο μνημειακό παράδειγμα του είδους που έχει έρθει στο φως. Διαθέτει 24 ανοιχτούς, χωρίς γλωσσίδι αυλούς διαφορετικού ύψους, με κωνική απόληξη. Από αυτούς οι 19 πρώτοι έχουν άνισο μήκος, από 89εκ. ο πρώτος μέχρι 22 εκ. ο 19ος. Η εσωτερική τους διάμετρος μειώνεται σταδιακά από 2 έως 1,5 εκ. Οι αυλοί 1 με 19 αποτελούν το λεγόμενο «τέλειο σύστημα» της αρχαίας ελληνικής μουσικής που αποτελείται από μία χρωματική κλίμακα και μία διατονική. Οι αυλοί 20-24 είναι μικροί και σχεδόν ίσοι και φαίνεται να αποτελούν συνέχεια της διατονικής κλίμακας. Οι υπόλοιποι 16 διαθέτουν τη μισή διάμετρο από τους προηγούμενους, με απολήξεις χωρίς χείλη. Λόγω της μικρής διαμέτρου τους δεν είναι δυνατόν να αντιστοιχεί πλήκτρο σε κάθε μία από αυτές. Η παρουσία τους πιθανόν παρήγαγε κάποιους οξείς ήχους. Με τα δύο αυτά συστήματα πλήκτρων στην ίδια σειρά, η ύδραυλις του Δίου ανήκει ανάμεσα στον τύπο που περιγράφει ο Ήρων και σ' αυτόν του Βιτρούβιου (De Archit. X, 13).
Οι αυλοί της υδραύλεως του Δίου είναι πολύ καλά λειασμένοι και φέρουν σε πυκνά διαστήματα δακτυλίους, ώστε να δίνουν την εντύπωση των «χαλκών καλάμων». Στο κάτω μέρος στενεύουν παίρνοντας κωνικό σχήμα και ενσωματώνονται μέσα στη μεταλλική πλάκα, τονπίνακα. Στο σημείο λίγο πριν από το στένεμα των αυλών διαμορφώνεται το χαρακτηριστικό άνοιγμα για το στροβιλισμό του αέρα και την παλμική κίνηση του ήχου ο οποίος πολλαπλασιάζεται ανεβαίνοντας προς τα πάνω μέσα στο σώμα του αυλού.
Δύο ισχυρές, χάλκινες πλάκες συγκρατούν τη σειρά των αυλών εξασφαλίζοντας σταθερότητα. Η πλάκα προς την εξωτερική πλευρά φέρει διακοσμητικά στοιχεία, ενώ στο μέσον της υπάρχουν στερεωμένα γυάλινα πλακίδια.
Χρήση
Ως μουσικό όργανο η ύδραυλις παρήγαγε σύμφωνα με τον Αθήναιο ήχο ηδύ και τερπό. Η θέση της ήταν τόσο σε ιδιωτικούς, όσο και σε δημόσιους χώρους. Το προνόμιο όμως της παραγωγής δυνατού ήχου, έπαιξε ρόλο στην καθιέρωσή του ως οργάνου των αμφιθεάτρων και του ιπποδρόμου. Στα Βυζαντινά χρόνια αναβαθμίστηκε σε σύμβολο του αυτοκρατορικού μεγαλείου.
Βιβλιογραφία
1. Παντερμαλής Δ.,«Η ύδαρυλις του Δίου», ΑΕΜΘ 6 (1992) 217 - 222.
2. Λάζος Χ.,Η Περιπέτεια της αρχαίας Τεχνολογίας στην Αρχαία Ελλάδα, Ύδραυλις, Πτήση δαιδάλου και Ικάρου, Ηρακλής και Υδραυλικά Έργα, 1999.
3. Καρασμάνης Β.,«Η αρχαία Ύδραυλις και η ανακατασκευή της», Αρχαιολογία και Τέχνες, τεύχος 95, Ιούνιος 2005, 61-67.
Πηγές
1. Φίλων ο Βυζάντιος, Βελοποιικά, 61.
2. Βιτρούβιος, Περί Αρχιτεκτονικής, 10, 8.
3. Αθήναιος, Dειπνοσοφιστές, 174 a-b.
Πηγή:[www.tmth.edu.gr]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου