«Ξέρετε», είπε, «το μόνο που ήθελα να κάνω στη ζωή μου ήταν να παίξω σε ροκ μπάντα. Δε μπορώ να τους αφήσω να μου το πάρουν αυτό». Ο πυρήνας της ύπαρξής του απειλούνταν από ο,τι προσπαθούσαν να του κάνουν.
Στις 8 Δεκεμβρίου 1980 ο κόσμος πάγωσε. Ο Τζον Λένον τραυματίστηκε θανάσιμα από τέσσερις σφαίρες που δέχθηκε πισώπλατα από τον Μαρκ Τσάπμαν.
Κι όπως συμβαίνει σε κάθε συγκλονιστικό γεγονός, οι θεωρίες συνωμοσίας άρχισαν να αναδύονται σαν τα μανιτάρια: Ήταν ο φανατικός θαυμαστής του Λένον θύμα των mind control προγραμμάτων της CIA; Μήπως ήταν του FBI; Μήπως και των δυο;
Σε κάθε περίπτωση το ντοκιμαντέρ «Αμερική εναντίον Τζον Λένον» (ΗΠΑ, 2006) περιγράφει πώς το «σκαθάρι» με την πολιτική του κρίση και την ουμανιστική του κουλτούρα ασκούσε την πλέον ενοχλητική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση Νίξον στην Αμερική του Γουότεργκεητ. Το καθεστώς τον πολέμησε και προσπάθησε να τον διώξει από την χώρα, όμως η δίκη αυτή είχε κερδηθεί για τον ίδιο πριν καν ξεκινήσει.
Ο πόλεμος του Βιετνάμ, τον οποίον ποτέ δεν τον ήθελε κανείς γιατί ποτέ δεν δικαιολογήθηκε με όρους πατριωτικούς αλλά αντίθετα αποδυνάμωσε κάθε έννοια δικαίου και λογικής επιχειρηματολογίας, ήταν εκείνος που πυροδότησε έντονες αντιδράσεις στην κοινωνία και δημιούργησε το αντιπολεμικό κίνημα.
Αισθανόμενο πως η τότε πολιτική των ΗΠΑ θα επηρεάσει δραματικά το μέλλον ολόκληρου του πλανήτη, το κίνημα αυτό συσπείρωσε ένα κοινωνικό ρεύμα γύρω του αποτελούμενο από καλλιτέχνες, δημοσιογράφους, συγγραφείς κ.α. Ανάμεσα σε αυτούς, αν και Άγγλος, πρωτοστάτησε ο Τζον Λένον έχοντας στο πλευρό του την γυναίκα της ζωής του Γιόκο Όνο.
Το ντοκιμαντέρ επικεντρώνεται στη μετά Μπίτλς εποχή. Συνεντεύξεις του Λένον, στιγμιότυπα από την διαμαρτυρία στο κρεβάτι που έκανε σε Ολλανδία και Καναδά με την Γιόκο, αποσπάσματα από την συναυλία για τον Τζον Σινκλέρ, οικογενειακές φωτογραφίες και πολλά βίντεο.
Όλη η δράση του Λένον και της Γιόκο είχε εμφανώς προβληματίσει την ηγεσία των ΗΠΑ η οποία και ζήτησε από το FBI και προσωπικά τον Χούβερ να παρακολουθούνται οι κινήσεις τους. Το ζευγάρι καταλάβαινε πως είναι υπό στενό κλοιό, πως τα τηλέφωνά τους είχαν παγιδευτεί και πως ο,τι κι να έκαναν καταγραφόταν.
Η κυβέρνηση τελικά ζήτησε την απέλαση του ζευγαριού από την χώρα και όπως φαίνεται από τις μετέπειτα μαρτυρίες αν μπορούσε θα ζήταγε την απομάκρυνση κι όλων εκείνων που στην εφαρμογή του πολεμικού δόγματος, απαντούσαν με τον στίχο-σύνθημα «το μόνο που ζητάμε είναι να δώσετε στην ειρήνη μια ευκαιρία».
Την αφήγηση πλαισιώνουν συνεντεύξεις ακτιβιστών και άλλων προσωπικοτήτων που διαδραμάτισαν τον δικό τους ρόλο στην εποχή: Ο βετεράνος του Βιετνάμ Ρον Κόβιτς, η Άντζελα Ντέιβις και το ιδρυτικό μέλος των Μαύρων Πανθήρων Μπόμπι Σιλ, οι δημοσιογράφοι Καρλ Μπέρνσταϊν και Γουόλτερ Κρονκάιτ, οι Γκόρντο Λίντι και Τζον Ντιν πρώην αξιωματούχοι της κυβέρνησης Νίξον, οι Νόαμ Τσόμσκι, Τάρικ Άλι και Γκορ Βιντάλ, ο πρώην κυβερνήτης της Νέας Υόρκης Μάριο Κουόμο, και ο Τζορτζ ΜακΓκόβερν, πρώην υποψήφιος για την προεδρία της Αμερικής και γερουσιαστής. Και φυσικά η Γιόκο Όνο.
Όμως τον πρώτο ρόλο τον διεκδικεί επάξια η ίδια η μουσική του ιδιοφυούς Τζον Λένον. Από το «Revolution» που έκανε μαζί με τα υπόλοιπα «σκαθάρια» μέχρι το «I don’t wanna be a soldier» και το «Imagine», το ντοκιμαντέρ δίνει την ευκαιρία στον θεατή να θυμηθεί ή να γνωρίσει, αν δεν τα ξέρει, κι άλλα κομμάτια που λειτουργούν ως αυτοβιογραφικές γέφυρες σε κάποιες μικρές αλλά ουσιώδεις αναφορές στην πιο προσωπική του ζωή.
Σενάριο-Σκηνοθεσία: David Leaf, John Scheinfeld
Πηγή:[tvxs.gr]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου